Θρέψη σε Ασθενείς με Μεταμόσχευση Νεφρού
Σελίδα 2 από 6
Θρέψη κατά την προμεταμοσχευτική περίοδο
Στην προμεταμοσχευτική περίοδο, μια πολυδιάστατη προσέγγιση του ασθενούς με έμφαση στη δίαιτα, τις καθημερινές συνήθειες και τη σωστή χρήση της φαρμακευτικής αγωγής για τη διόρθωση ή και τη βελτίωση της κακοθρεψίας, της δισλιπιδαιμίας, της παχυσαρκίας, της νεφρικής οστεοδυστροφίας και της υπέρτασης είναι απαραίτητη. Η παρουσία ενός ή περισσοτέρων από τα παραπάνω προβλήματα σχετίζεται άμεσα με την εμφάνιση επιπλοκών στην άμεση μετεγχειρητική περίοδο. Αν και η αιτιολογία των προβλημάτων είναι πολυπαραγοντική, είναι λογικό να πιστεύουμε ότι η σωστή θρέψη των υποψήφιων ληπτών νεφρικού μοσχεύματος μπορεί να περιορίσει τις μετεγχειρητικές επιπλοκές σε μεγάλο βαθμό.
Κακή θρέψη
Η αντιμετώπιση της κακής θρέψης είναι βασικό μέλημα κατά τη προμεταμοσχευτική περίοδο, γιατί συνδέεται άμεσα με τη νοσηρότητα και τη θνητότητα. Είναι αξιοσημείωτο ότι το 50% των ασθενών που φθάνουν στο χειρουργείο, για να λάβουν νεφρικό μόσχευμα, έχουν δείκτες κακής θρέψης4. Η σωστή θρέψη κρίνεται απαραίτητη, αν και σε πολλές περιπτώσεις έρχεται σε πλήρη αντίθεση με άλλους διαιτητικούς στόχους, όπως για παράδειγμα ο περιορισμός του φωσφόρου. Χαμηλή τιμή λευκωματίνης αποτελεί ισχυρό σημείο κακής θρέψης και αρνητικό προγνωστικό δείκτη θνητότητας5. Μη επαρκής αιμοκάθαρση μπορεί να συμβάλλει στην κακοθρεψία και τη συνυπάρχουσα νοσηρότητα. Επίσης, ουραιμικές τοξίνες μέσου μοριακού βάρους, αυξημένα επίπεδα λεπτίνης, καταβολικοί παράγοντες όπως η 'χρόνια φλεγμονή' καθώς και η αντίσταση στη δράση αναβολικών ορμονών, έχουν ενοχοποιηθεί6.
Είναι άγνωστο, σε πόσο μεγάλο βαθμό τα προαναφερθέντα στοιχεία είναι δυνατό να επηρεάσουν το αποτέλεσμα της μεταμόσχευσης. Χαμηλά επίπεδα λευκωματίνης και άλλων δεικτών θρέψης αυξάνουν τους διεγχειρητικούς κινδύνους, ενώ ασθενείς με κακή θρέψη δεν είναι κατάλληλοι υποψήφιοι λήπτες νεφρικού μοσχεύματος. Συμπερασματικά, το τρίπτυχο, που συνίσταται στη σωστή θρέψη, στην επαρκή αιμοκάθαρση και στην κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή, μπορεί να καθορίσει ευνοϊκά το αποτέλεσμα της μεταμόσχευσης1.
Παχυσαρκία
Περιεγχειρητικός κίνδυνος και αργή επούλωση τραύματος επηρεάζονται από την παρουσία παχυσαρκίας, όπως ορίζεται ως δείκτης μάζας σώματος (body mass index, BMI) μεγαλύτερος από 30kgr/m2 ή βάρος 130% του ιδανικού. Αυξημένη συχνότητα λοιμώξεων του τραύματος, καθυστερημένη λειτουργία νεφρικού μοσχεύματος, σακχαρώδης διαβήτης, δυσλιπιδαιμία και επιπλέον αύξηση του βάρους παρατηρούνται συχνότερα σε παχύσαρκους ασθενείς7. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να συνδέουν άμεσα την επιβίωση του νεφρικού μοσχεύματος με την παχυσαρκία, αλλά η επιβίωση των ασθενών επηρεάζεται από παράγοντες που προκαλούν καρδιαγγειακές επιπλοκές, όπως η παχυσαρκία1.
Δυσλιπιδαιμία και Καρδιαγγειακή νόσος
Η ΧΝΑ-ΤΣ συνδέεται με διαταραχές των λιπιδίων και συγκεκριμένα με υπερτριγλυκεριδαιμία, φυσιολογική ή αυξημένη LDL χοληστερόλη, ελαττωμένη HDL χοληστερόλη και αυξημένη VLDL χοληστερόλη. Επιπρόσθετα, χαμηλά επίπεδα απολιποπρωτείνης Α1 και αυξημένα επίπεδα απολιποπρωτείνης Β και CIII έχουν επισημανθεί. Τα καρδιαγγειακά νοσήματα, απόρροια της αθηρωματικής νόσου, παραμένουν το κύριο αίτιο θανάτου των ασθενών με ΧΝΑ-ΤΣ. Σε έναν υποψήφιο λήπτη νεφρικού μοσχεύματος η δισλιπιδαιμία αντιμετωπίζεται με άσκηση, δίαιτα και χρήση αντιλιπιδαιμικής αγωγής 8,9.